MENU CLOSE
f-anazitisi logo

7 Απριλίου 2025 Παρακεταμόλη: Υπερδοσολογία, Ηπατοτοξικότητα & Αντιμετώπιση

Παρακεταμόλη: Υπερδοσολογία, Ηπατοτοξικότητα & Αντιμετώπιση

Η παρακεταμόλη είναι ένα από τα πιο ευρέως χρησιμοποιούμενα φάρμακα παγκοσμίως και είναι άμεσα διαθέσιμη χωρίς ιατρική συνταγή στις περισσότερες χώρες. Περιλαμβάνεται στον Κατάλογο Βασικών Φαρμάκων του Π.Ο.Υ. και συνιστάται ως θεραπεία πρώτης γραμμής για τις περισσότερες περιπτώσεις πόνου και πυρετού(1).

Ωστόσο, σε σύγκριση με άλλα αναλγητικά φάρμακα που είναι προσβάσιμα χωρίς ιατρική συνταγή, η επαναλαμβανόμενη λήψη παρακεταμόλης και η τυχαία ή σκόπιμη υπερδοσολογία, μπορεί να προκαλέσει τοξικότητα η οποία σε σοβαρές περιπτώσεις ενδέχεται να οδηγήσει στο θάνατο(1).

Στην f-anazitisi και την ενότητα «Παθολογικά περιστατικά – Αντιμετώπιση» περιλαμβάνονται όλες οι πληροφορίες και οι τρόποι αντιμετώπισης της φαρμακευτικής δηλητηρίασης από παρακεταμόλη.

Μηχανισμός τοξικότητας

Η κύρια τοξική δράση της παρακεταμόλης είναι η ηπατοτοξικότητα(1). Η ηπατοτοξική δράση της περιγράφηκε για πρώτη φορά το 1966 από τους D.G. Davidson και W.N. Eastham. Ανέφεραν δύο ασθενείς που είχαν πεθάνει από κεραυνοβόλο ηπατική νέκρωση μετά από υπερβολική δόση παρακεταμόλης(3). Η οξεία τοξική δόση για τα παιδιά φαίνεται να είναι > 200 mg/kg σωματικού βάρους, ενώ σε εφήβους και ενήλικες κυμαίνεται μεταξύ 7,5-10g σε μία μόνο δόση(1,3).

Η ηπατοτοξική δράση της παρακεταμόλης ασκείται μέσω του τοξικού αντιδραστικού μεταβολίτη, NAPQI(1). Σε περιπτώσεις υπερδοσολογίας η πλειονότητα της παρακεταμόλης μεταβολίζεται σε NAPQI. Η σύζευξη μεταξύ NAPQI και γλουταθειόνης οδηγεί σε μείωση των αποθεμάτων γλουταθειόνης. Στη συνέχεια, η ανηγμένη γλουταθειόνη δεν μπορεί να αποκατασταθεί τόσο αποτελεσματικά όσο χρειάζεται για τη μετατροπή του NAPQI σε έναν αβλαβή μεταβολίτη. Υψηλές ποσότητες NAPQI παραμένουν αδέσμευτες, γεγονός που οδηγεί σε ομοιοπολική δέσμευση μεταξύ του ελεύθερου NAPQI και των ηπατικών πρωτεϊνών. Αυτή η ομοιοπολική σύνδεση οδηγεί σε ηπατοκυτταρική βλάβη(3).

Σταδιοποίηση συμπτωμάτων

Περιγράφονται τέσσερα στάδια δηλητηρίασης με παρακεταμόλη(2,3):

Στάδιο Ι

Στο πρώτο στάδιο, τα συμπτώματα εμφανίζονται σε λίγα λεπτά έως μερικές ώρες από την κατάποση και δεν είναι ειδικά. Συχνά περιλαμβάνουν ναυτία, έμετο και κακουχία, ενώ υπάρχουν και ασθενείς που εμφανίζονται ασυμπτωματικοί. Κατά τη διάρκεια αυτού του σταδίου, οι δείκτες ηπατικής λειτουργίας όπως οι τρανσαμινάσες, ο χρόνος προθρομβίνης και η χολερυθρίνη παραμένουν σε φυσιολογικά επίπεδα.

Στάδιο ΙΙ

Μετά από 24-48 ώρες από τη λήψη παρακεταμόλης, τα αρχικά κλινικά ευρήματα μειώνονται, αλλά μπορεί να εμφανιστεί κοιλιακό άλγος. Συχνά παρατηρούνται μη φυσιολογικές εργαστηριακές τιμές, συμπεριλαμβανομένων αυξημένων ηπατικών ενζύμων, αυξημένης χολερυθρίνης και παρατεταμένου χρόνου προθρομβίνης.

Στάδιο ΙΙΙ

Το τρίτο στάδιο χαρακτηρίζεται από εκτεταμένη ηπατική βλάβη. Οι τιμές των τρανσαμινασών του ορού κορυφώνονται συνήθως 3-4 ημέρες μετά την κατάποση. Οι πιθανές επιπλοκές περιλαμβάνουν ηπατική εγκεφαλοπάθεια, εγκεφαλικό οίδημα, γαλακτική οξέωση, υπογλυκαιμία, αγγειοδιαστολή, καταπληξία, έντονη αύξηση του χρόνου προθρομβίνης, θρομβοπενία και αιμορραγία.

Στάδιο IV

Το τέταρτο στάδιο εκτυλίσσεται μεταξύ των ημερών 4-14 από τη λήψη αυξημένης δόσης παρακεταμόλης. Σε αυτό το χρονικό διάστημα, ο ασθενής είτε θα αναρρώσει εφόσον έχει λάβει την κατάλληλη θεραπεία, είτε θα αναπτύξει ηπατική, νεφρική ή παγκρεατική ανεπάρκεια.

Αντιμετώπιση

Η άμεση αναγνώριση ασθενών με οξεία δηλητηρίαση από παρακεταμόλη είναι απαραίτητη για τη μείωση της νοσηρότητας και της θνησιμότητας(3).

  • Ενεργός Άνθρακας

Η χορήγηση ενεργού άνθρακα έχει αποδειχθεί ότι δεσμεύει την παρακεταμόλη και έτσι μπορεί να μειώσει την απορρόφησή της από το γαστρεντερικό σωλήνα(1,2). Είναι χρήσιμο σε οξείες υπερδοσολογίες παρακεταμόλης να χορηγείται εντός 2 ωρών από την κατάποση, ενώ δε συνιστάται μετά από επαναλαμβανόμενη κατανάλωση(1).

  • Ν-ακετυλοκυστεΐνη (NAC)

Η Ν-ακετυλοκυστεΐνη είναι ο βασικός πυλώνας διαχείρισης της υπερδοσολογίας με παρακεταμόλη και ο κίνδυνος ανάπτυξης ηπατοτοξικότητας μειώνεται σημαντικά όταν χορηγείται εντός 8 ωρών από την κατάποση(1). Αποτελεί πρόδρομη ουσία της γλουταθειόνης και βοηθά στην πλήρωση των αποθηκών γλουταθειόνης. Τα πλήρη αποθέματα γλουταθειόνης εμποδίζουν την αντίδραση του μη δεσμευμένου NAPQI με τα ηπατικά κύτταρα(3).

Η εγκεκριμένη δόση από του στόματος είναι μια δόση 140 mg/kg σωματικού βάρους ακολουθούμενη από 70 mg/kg σωματικού βάρους κάθε 4 ώρες για 17 δόσεις(2). Εναλλακτικά, μπορεί να χορηγηθεί ενδοφλεβίως σε μία δόση 150 mg/kg σωματικού βάρους χορηγούμενη σε 1 ώρα, η οποία ακολουθείται από 50 mg/kg σωματικού βάρους χορηγούμενα σε 4 ώρες και 100 mg/kg σωματικού βάρους σε διάστημα 16 ωρών(2).

 

Πηγές

  1. Chidiac, AS, Buckley, NA, Noghrehchi, F, Cairns, R. (2023). Paracetamol (acetaminophen) overdose and hepatotoxicity: mechanism, treatment, prevention measures, and estimates of burden of disease. Expert Opin Drug Metab Toxicol, 19(5):297-317. https://doi.org/10.1080/17425255.2023.2223959
  2. Fisher, ES, Curry, SC. (2019). Evaluation and treatment of acetaminophen toxicity. Adv Pharmacol, 85:263-272. https://doi.org/10.1016/bs.apha.2018.12.004
  3. Mund, ME, Quarcoo, D, Gyo, C, Brüggmann, D, Groneberg, DA. (2015). Paracetamol as a toxic substance for children: aspects of legislation in selected countries. J Occup Med Toxicol, 10:43. https://doi.org/10.1186/s12995-015-0084-3

 

Image by Adobe Stock (https://stock.adobe.com/images/articulated-doll-teaches-in-a-slate-the-paracetamol-poisoning-in-blood-the-antidote-is-the-acetylcysteine-conceptual-image/237471048)